σκληραγώγηση

σκληραγώγηση
[-ις (-εως)] η закаливание (перен. )

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "σκληραγώγηση" в других словарях:

  • σκληραγώγηση — η υποβολή σε σκληραγωγία: Η σκληραγώγηση των νέων ήταν ο κύριος σκοπός της σπαρτιατικής πολιτείας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • σκληραγώγηση — η, Ν η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού σκληραγωγώ, η υποβολή κάποιου σε σκληραγωγία, η διαμόρφωση ανθεκτικού στις κακουχίες ανθρώπου. [ΕΤΥΜΟΛ. < σκληραγωγώ. Η λ., στον λόγιο τ. σκληραγώγησις, μαρτυρείται από το 1893 στην εφημερίδα Άστυ] …   Dictionary of Greek

  • στερεός — και στερρός, ά, ό / στερεός και στερρός, ά, όν, ΝΜΑ, θηλ. και στερεή και στερρή, και στέρεος, η ο, και στέριος, α, ο, Ν 1. αυτός που έχει πυκνή σύσταση, συμπαγής, σκληρός (α. «στερεά ουσία» β. «στερεὸν κέρας», Αριστοτ.) 2. ισχυρός, δυνατός, γερός …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»